Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

"Πως θα τελειώσει"

Έπεσα εχθές.
Δεν κατάλαβα πως έγινε.
Έκανε κρύο στο μπάνιο
και μόλις είχα βάλει
τα κόκκινα
για πλύσιμο.

Βρωμάει στην αναμονή. Ο χρόνος έχει κολλήσει,
δεν σηκώνεται από την καρέκλα του.
Μισογρεκμισμένα τα θεμέλια.
Τα παράθυρα ήταν καλά,
οι πόρτες ήταν καλές,
οι κορνίζες δεν έσπασαν.
Δεν με πιστεύεις;

Απαρατήρητες φιγούρες,
τρεμοπαίζουν. Δεν βλέπεις τίποτα.
Ένα ροζ,
χοντρό,
άσχημο,
διαβολεμένο κουνέλι
σε παρατηρεί χαρούμενο. Χαμογελά
και βλέπει.
Σε κοιτάει και λέει αστεία
στη χελώνα που κάθεται δίπλα του.
Δύστροπη γριά ψιλομύτα.
Κλείσε επιτέλους το τηλέφωνο!

Ένας χρόνος
και δυο αιώνες.
Ρουφήχτηκαν όλα.
Νύχια μαύρα,
σκασμένα χείλη. Μάζα λιπόσαρκη.
Μόνο νερό. Τίποτ' άλλο.
Νερό.
Δώσε μου λίγο. Λίγο μόνο.
Ξημέρωσε;
Τι ώρα είναι;
Δεν ήρθαν ακόμη,
έτσι δεν είναι;
Μόνο να κοιμηθώ. Παρακάλα να κοιμηθώ.
Βοήθα με να γυρίσω λίγο και μετά φύγε.
Ένα κοράκι στο παράθυρο,
δεν λέει να φύγει,
δεν τρομάζει καθόλου.

Σκυλί! Να φύγεις από 'δω!
Μην αφήνεις το μωρό μόνο του. Κλαίει!
Δεν το ακούς που κλαίει;
Χιονίζει έξω.
Κλείσε το καλοριφέρ. Κλείσ' το σου λέω.
Μην μου λες ψέματα.
Μην λες ψέματα!

Τώρα έρχονται όλοι.
Έτσι γίνεται.
Ντύσου όμορφα
και βάλε άρωμα
και φτιάξε τα μαλλιά σου. Τι τσάντα να πάρω;
Και να φανταστείς
δεν πλήρωσα γι' αυτή την παράσταση.
Αλλά μην το πεις σε κανέναν.
Ήρθαν όμως.
Όλοι έρχονται στο τέλος.
Λουλούδια.
Φιλιά.
Χαμόγελα.

Κλείσε τα φώτα
τράβα την κουρτίνα
και ο τελευταίος
να κλείσει την πόρτα.